Το ναυάγιο 7ου αιώνα Yeni Kapi 11 στην Τουρκία
- Theofano Moraiti
- 9 Ιουν 2024
- διαβάστηκε 5 λεπτά
Έγινε ενημέρωση: 1 Δεκ 2024
Ιστορική Σημασία του Θεοδοσιανού Λιμένα
Το 2004, το Αρχαιολογικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης (Istanbul Archaeological Museums), σε συνεργασία με το Έργο Marmaray (Istanbul’s Marmaray Project), ξεκίνησε ανασκαφές στη γειτονιά Yeni Kapi της ιστορικής Κωνσταντινούπολης. Οι έρευνες γρήγορα αποκάλυψαν τα κατάλοιπα του Θεοδοσιανού Λιμένα, που χρονολογείται γύρω στο 390 μ.Χ. Ο λιμένας αυτός, ο μεγαλύτερος από τα τέσσερα κύρια εμπορικά λιμάνια της πόλης από τον 4ο έως τον 7ο αιώνα, είχε καθοριστική σημασία για την οικονομική και αστική ανάπτυξη της Κωνσταντινούπολης.
Ο Θεοδοσιανός Λιμένας διευκόλυνε την εισαγωγή βασικών εμπορευμάτων που ήταν απαραίτητα για τη ραγδαία επέκταση της πόλης κατά τη Βυζαντινή περίοδο. Μεταξύ αυτών των υλικών ήταν η ξυλεία και το μάρμαρο, κυρίως από τη νήσο του Μαρμαρά. Αυτά τα οικοδομικά υλικά ήταν ζωτικής σημασίας για τα μεγάλα οικοδομικά έργα που απαιτούνταν για την ταχεία αστική ανάπτυξη της Κωνσταντινούπολης, καθώς η πόλη εδραιωνόταν ως πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Παρά την αρχική σημασία του ως το μεγαλύτερο και κεντρικότερο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης, η έκταση του λειτουργικού τμήματος του Θεοδοσιανού Λιμένα σταδιακά μειώθηκε με την πάροδο του χρόνου. Αυτό αποδεικνύεται από τη διασπορά και τη χρονολόγηση των ναυαγίων στην περιοχή του Yeni Kapi, όπου παρατηρήθηκε συγκέντρωση μεταγενέστερων ναυαγίων στο ανατολικό τμήμα του λιμανιού. Ιστορικές αναφορές υποδεικνύουν ότι αυτή η μείωση της χρήσης μπορεί να συσχετίζεται με τη δραστική μείωση του πληθυσμού της πόλης τον 7ο αιώνα, λόγω της απώλειας μεγάλων εδαφών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τις αραβικές κατακτήσεις, όπως η κατάληψη της Τυνησίας το 696 μ.Χ. Αυτές οι εξελίξεις μείωσαν την ανάγκη για μεγάλες λιμενικές εγκαταστάσεις, επηρεάζοντας τη σημασία και τη χρήση του λιμανιού.
Οι παραπάνω παρατηρήσεις αποτυπώνονται και στα ναυάγια που ανακαλύφθηκαν εντός του λιμένα. Συνολικά, εντοπίστηκαν 37 πλοία σε χερσαίο σημείο της εγκατάστασης, τα οποία είχαν περιπέσει στην αχρηστία και εγκαταλείφθηκαν να βυθιστούν με την πάροδο του χρόνου. Από αυτά, τα 31 λειτουργούσαν κυρίως - ή ακόμα και αποκλειστικά - με ιστίο και περιγράφονται στη βιβλιογραφία ως "στρόγγυλα πλοία". Κυρίως εμπορικής φύσεως, σχεδιάστηκαν για τη μέγιστη χωρητικότητα και ευελιξία. Διέθεταν ένα ενιαίο κατάρτι με λατίνι ιστίο και οδηγούνταν με ένα ζευγάρι πηδαλίων.

Η πληθώρα των ευρημάτων που προέκυψαν από την ανασκαφή παρείχε στους ερευνητές πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με το θαλάσσιο εμπόριο, τη ναυπηγική τεχνολογία και τον τρόπο ζωής στη βυζαντινή πρωτεύουσα κατά μια σημαντική περίοδο της μεσογειακής ιστορίας. Ανάμεσα στα διάφορα σκάφη που εντοπίστηκαν κατά τη διάρκεια των ανασκαφών, ξεχωρίζουν τα πλοία Yeni Kapi 11 και Yeni Kapi 14, τα οποία ανασκάφηκαν και τεκμηριώθηκαν υπό την επίβλεψη του Cemal Pulak.
Η ναυπηγική του Yeni Kapi 11
Το ανασκαφικό πρόγραμμα στο λιμάνι του Yeni Kapi ξεκίνησε με τη χαρτογράφηση και την αποσυναρμολόγηση των πλοίων για τη μεταφορά τους. Τα σκαριά των πλοίων είχαν εξαιρετική διατήρηση, πιθανόν λόγω άμεσου κάλυψης από άμμο μετά τη βύθισή τους. Μία από τις σημαντικότερες ανακαλύψεις ήταν η αντικατάσταση της τεχνικής των τόρμων και των εντορμιών με την μέθοδο σύνδεσης των άκρων με καβίλιες, σε πλοία από τον 8ο αιώνα και μετά. Αυτό υποδηλώνει την πιθανή εφαρμογή της μεσοβυζαντινής ναυπηγικής τεχνολογίας τουλάχιστον σε περιφερειακό επίπεδο.

Το Yeni Kapi 11 ανακαλύφθηκε το 2006 κοντά στα δυτικά άκρα του λιμανιού, σε μία από τις χαμηλότερες περιοχές της τοποθεσίας. Οι πλημμύρες από τα υπόγεια ύδατα και τα παχύρρευστα, λασπώδη ιζήματα στα οποία βρισκόταν το ναυάγιο προκάλεσαν συχνά καθυστερήσεις στην έρευνα. Οι βλάβες από καραβοσκώληκα (Teredo navalis) που παρατηρήθηκαν στο σκαρί του πλοίου, καθώς και η παραμόρφωση και μετατόπιση ορισμένων τμημάτων ξυλείας, υποδεικνύουν ότι το σκάφος δεν βυθίστηκε ξαφνικά λόγω κάποιου καταστροφικού γεγονότος, αλλά εγκαταλείφθηκε στη δυτική γωνία του Θεοδοσιανού Λιμένα, που ήδη είχε σταδιακά σταματήσει να χρησιμοποιείται.

Μετά από ενδελεχή μελέτη των ευρημάτων και αναλύσεις με ραδιοάνθρακα, το ναυάγιο χρονολογήθηκε στο πρώτο μισό του 7ου αιώνα. Η ξυλεία του πλοίου διατηρήθηκε σε εξαιρετική κατάσταση λόγω της βύθισής του σε αναερόβια ιζήματα του λιμένα. Το δεξί τμήμα έως την κύρτωση των υφάλων του πυθμένα και το αριστερό τμήμα έως το δεύτερο ζωστήρα διατηρήθηκαν.Τα κατασκευαστικά υλικά περιλάμβαναν κυρίως τούρκικο πεύκο (Pinus brutia) για το κύριο σκελετό και τούρκικη βελανιδιά (Quercus cerris) για την καρίνα, προκειμένου να είναι πιο ανθεκτική. Η ανάλυση των καταλοίπων οδήγησε στο συμπέρασμα ότι το πλοίο κατασκευάστηκε συνδυάζοντας τις τεχνικές "πρώτα-το-πέτσωμα" και "πρώτα-ο-σκελετός," παρουσιάζοντας πολλές ομοιότητες με άλλα ναυάγια της ίδιας εποχής, όπως το Yassi Ada 1.

Τα τρία επιμέρους τμήματα της τριμερούς καρίνας στερεώθηκαν μεταξύ τους μέσω αγκιστρωτών παρελών, ενισχυμένων με σιδερένια βλήστρα. Το ακράπι και ο σκορπιός στερεώθηκαν επίσης με τα ίδια βλήστρα, ενώ ένα ζεύγος στενά τοποθετημένων διάζυγων προσέδιδε επιπλέον διαμήκη στήριξη στο σκάφος. Τα μαδέρια, μέχρι τη δεύτερη σειρά σανιδώματος κάτω από τον πρώτο ζωστήρα, τοποθετήθηκαν χρησιμοποιώντας την τεχνική σύνδεσης των άκρων με τόρμους και εντορμίες, αποφεύγοντας τη χρήση καβιλιών (Εικ.8). Επιπλέον, μεταξύ των επιστροφιών και της καρίνας, οι τόρμοι και εντορμίες απουσίαζαν πλήρως. Αντί γι' αυτούς, οι επιστροφές τοποθετήθηκαν σε ρηχούς ασούς της καρίνας και στη συνέχεια στερεώθηκαν με κοντά σιδερένια καρφιά από την εξωτερική πλευρά του σκάφους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι σανίδες του σκάφους παρουσίαζαν ίχνη καλαφατίσματος, τα οποία αποτελούνταν από μείγμα ινών γρασιδιού και ενός ρητινώδους στεγανοποιητικού υλικού – πιθανώς από πεύκο. Αυτό το μείγμα χρησιμοποιήθηκε επίσης στις εσωτερικές και εξωτερικές επιφάνειες του πετσώματος. Επιπλέον, βάσει ενός θραύσματος που βρέθηκε κοντά στο ναυάγιο, οι μελετητές διαπίστωσαν ότι ορισμένα ζυγά του πλοίου είχαν εγκοπές και ήταν, ενδεχομένως, στερεωμένα πάνω στους ζωστήρες με επιμήκη σιδερένια καρφιά.
